Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2019

Γιατί ο Μητσοτάκης πρέπει να προτείνει Καραμανλή για Πρόεδρο της Δημοκρατίας


Ο πρωθυπουργός έχει δεσμευθεί ότι μετά τις γιορτές θα ανακοινώσει την απόφασή του για το ποια θα είναι η πρότασή του για την προεδρία της Δημοκρατίας.
Μάλιστα είπε ότι θα ανέβει σε κάποιο βουνό κι εκεί στον… καθαρό αέρα θα σκεφθεί ποια είναι η καλύτερη λύση.
Ανεξαρτήτως αν χρειάζεται ή όχι καθαρό αέρα για να πάρει μια τέτοια απόφαση, θα θέλαμε να λάβει υπ’ όψιν του κάποια δεδομένα.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μπορεί να έχει, τυπικά σύμφωνα με το Σύνταγμα, διακοσμητικό ρόλο, ωστόσο θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ακόμα κι έτσι, ένα πρόσωπο με κύρος μπορεί να δώσει αίγλη στο θεσμό.

Πρόεδρος με κουτσουρεμένες αρμοδιότητες (στη δεύτερη θητεία του) ήταν και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αλλά και ο Χρήστος Σαρτζετάκης.  Μόνο που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μπορούσε να σηκώσει το τηλέφωνο και να μιλήσει με τους ισχυρούς της εποχής του ανά τον κόσμο, ενώ ο συμπαθής Χρήστος Σαρτζετάκης περιορίσθηκε στα καθήκοντα που προέβλεπε ο ρόλος του. Συνεπώς το πρόσωπο έδωσε αίγλη στο θεσμό και η θέση του Προέδρου ήταν απλώς η θεσμική «δικαιολογία», ή αν θέλετε, το θεσμικό «μέσον» για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για να διαδραματίζει το ρόλο που έπρεπε ως Ανώτατος Άρχων.
Και ποιος είναι αυτό ο ρόλος; Ο Πρόεδρος πρέπει να ενώνει τους Έλληνες.  Προσοχή, όχι τους βουλευτές, ούτε τα κόμματα, τους Έλληνες.  Και μπορεί οι βουλευτές να θεωρούνται αντιπρόσωποι του λαού, ωστόσο, στην πρόσφατη πολιτική ιστορία στην εκλογή του Προέδρου Δημοκρατίας τους βλέπουμε (τουλάχιστον τους βουλευτές των μεγάλων κομμάτων) να ακολουθούν συντεταγμένα την κομματική γραμμή. Μοναδική εξαίρεση αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος τον Φεβρουάριο του 2015 αρνήθηκε να ψηφίσει τον Προκόπη Παυλόπουλο για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με το αιτιολογικό γιατί κατά την άποψή του «δεν  αντιστάθηκε στις “σειρήνες” του πελατειακού κράτους, χειρίστηκε με ανεπάρκεια μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας μας, το Δεκέμβριο του 2008, και τέλος δεν εκφράζει τη θέση της Ελλάδας στην ενωμένη Ευρώπη με τον τρόπο που εγώ θα επιθυμούσα».
Προφανώς η άποψη του κ. Μητσοτάκη για τα δύο πρώτα ζητήματα δεν έχει μεταβληθεί γιατί δεν έχουν αλλάξει τα δεδομένα. Δεν ξέρω τι γίνεται με τον τρόπο που εξέφρασε τη θέση της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη ενόσω ήταν Πρόεδρος, αλλά δεν νομίζω ότι αντελήφθη κανείς κάποιες μεταβολές, εκτός αν άλλαξε η αντίληψη του κ. Μητσοτάκη από όταν έγινε πρωθυπουργός.
Λογικά λοιπόν το πρόσωπο του κ. Παυλόπουλου (που θα ήταν η εύκολη λύση) πρέπει να αποκλειστεί από τις επιλογές του κ. Μητσοτάκη, μιας και ακόμα κι αν έχει αλλάξει άποψη, δεν θα τον προτείνει γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει δείξει ότι είναι από τους πολιτικούς που παραδέχονται δημοσίως κάποιο λάθος τους, χωρίς – επαναλαμβάνω- να θεωρείται λάθος η τότε απόφασή του και μάλιστα η αιτιολογία της απόφασης, η οποία μάλιστα του άνοιξε το δρόμο και για την ηγεσία της ΝΔ.
Στην ίδια δήλωση ο κ. Μητσοτάκης έλεγε και τα εξής:
«Πίστευα πάντα ότι στη δεδομένη χρονική συγκυρία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ήταν καλύτερο να  μην είναι  πολιτικό πρόσωπο. Φοβάμαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε μια μεγάλη ευκαιρία να επιλέξει μια σπουδαία Ελληνίδα ή έναν σπουδαίο Έλληνα από την κοινωνία των πολιτών για να σηματοδοτήσει πράγματι την ελπίδα ότι κάτι καινούργιο γεννιέται στην Πατρίδα μας».
Βλέπουμε λοιπόν ότι από το 2015 προτεραιότητα του κ. Μητσοτάκη ήταν «μια σπουδαία Ελληνίδα ή ένας σπουδαίος Έλληνας από την κοινωνία των πολιτών».
Τώρα έχει την ευκαιρία να είναι εκείνος που ουσιαστικά θα ορίσει την πρώτη γυναίκα Πρόεδρο. Ποια μπορεί να είναι αυτή; Κάποια από «την κοινωνία των πολιτών». Απροσδιόριστη έκφραση, αν και η εν λόγω «κοινωνία» από την οσμή των μέχρι τώρα επιλογών του κ. Μητσοτάκη «πασοκοαριστεροφέρνει». Το ίδιο ισχύει βέβαια για τον «σπουδαίο Έλληνα».
Πάντως αν ο κ. Μητσοτάκης εξακολουθεί να έχει την άποψη ότι ο Ανώτατος Άρχων της Ελλάδος δεν πρέπει να είναι πολιτικό πρόσωπο, θα πρέπει να κοιτάξει τον διεθνή μας περίγυρο και να αλλάξει απόψεις. Γιατί δεν είναι δυνατόν την ώρα που η Ανατολική Μεσόγειος «μυρίζει μπαρούτι», εμείς να αναζητούμε πρόσωπο lifestyle για να αναδείξουμε στη θέση του Προέδρου της Ελληνική Δημοκρατίας.  Στην προκειμένη περίπτωση χρειάζεται κατ’ εξοχήν πολιτικό πρόσωπο. Και μάλιστα πρόσωπο που στην ατζέντα του έχει όλα τα τηλέφωνα των ηγετών της Ευρώπης. Πρόσωπο που να προκαλεί σεβασμό στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για την πολιτική του διαδρομή.
Δυστυχώς, σήμερα η Ελλάδα, μόνο ένα τέτοιο πρόσωπο διαθέτει παρά τις κατά καιρούς αντιπαραθέσεις που είχε προκαλέσει η πολιτική του. Και αυτός δεν είναι άλλος από τον Κώστα Καραμανλή.
Έχει διατελέσει έξι χρόνια πρωθυπουργός. Είναι γνωστός στα διεθνή fora. Χαίρει σεβασμού για την εξωτερική του πολιτική, μιας και ήταν συνέχεια της εξωτερικής πολιτικής δύο μεγάλων (του Κωνσταντίνου Καραμανλή, σε ό,τι αφορά τη Δύση και την Ανατολή, και του Ανδρέα Παπανδρέου σε ό,τι αφορά στον Αραβικό και στον Τρίτο κόσμο). Έχει λαϊκό έρεισμα, παρά τα όσα λέει η κυρία Γεννηματά και το επίσημο ΠΑΣΟΚ. Δεν έχει την πλήρη άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η σιωπή του εκλήφθηκε ως ανοχή από τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση όταν κυβερνούσε ο  κ. Τσίπρας. Και γενικά είναι ένα πρόσωπο που έχει τις γνώσεις  στη διεθνή πολιτική σκακιέρα, όπου θεωρείται καλός «παίκτης» ακόμα και από τους αντιπάλους του.
Άλλωστε η παρουσία του τους τελευταίους μήνες δείχνει ότι κινείται με τρόπο που θέλει να σταθεί πάνω από κόμματα και ο λόγος του είναι λόγος εθνικού και όχι κομματικού ηγέτη. Σε αντίθεση με τον Αντώνη Σαμαρά που θα ήθελε να είναι Πρόεδρος Δημοκρατίας των νεοδημοκρατών (φάνηκε από την ομιλία του στο  13ο Συνέδριο της ΝΔ), ο Κώστας Καραμανλής θα ήθελε να είναι Πρόεδρος Δημοκρατίας των Ελλήνων. Αυτός, ίσως, ήταν και ο λόγος που δεν μίλησε, δεν έκανε καν την καθιερωμένη δήλωση στην είσοδο του Συνεδριακού Κέντρου. Παρέστη, γιατί δεν είναι από τους ανθρώπους που απαρνιούνται την πολιτική τους καταβολή και την ιστορία τους, αλλά συναισθάνεται ότι η ευθύνη του,  πλέον, είναι προς όλους τους Έλληνες και όχι μόνο προς τους νεοδημοκράτες.
Και το ερώτημα είναι αν αυτό που ο Καραμανλής συναισθάνεται, το συναισθάνεται και εκείνος που έχει την ευθύνη να υποβάλλει πρόταση: ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Δηλαδή αν ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να προβλέψει αυτό που έρχεται και αν είναι σε θέση να αφήσει στην άκρη φοβικά σύνδρομα και να αξιοποιήσει στο έπακρο την «εθνική εφεδρεία» που λέγεται Κώστας Καραμανλής.
Κάποιος γνωστός καραμανλικός, πρώην βουλευτής, που έχει δουλέψει και για τον Κωνσταντίνο Μηστοτάκη, έλεγε πριν από μερικά χρόνια «μακάρι να μην έλθει ποτέ η ώρα να έχει η Ελλάδα την ανάγκη του Κώστα Καραμανλή» και εξηγούσε ότι ο πρώην πρωθυπουργός αποτελεί για τη χώρα μια «χρυσή εφεδρεία» η οποία θα χρησιμοποιηθεί μόνο στην περίπτωση εθνικού κινδύνου.
Ο καλός πολιτικός, όμως, και ιδιαίτερα ο καλός πρωθυπουργός, πρέπει να προβλέπει. Ο σημερινός Πρωθυπουργός πρέπει να κατανοήσει ότι αν έχει στο πλάι του, σύμμαχό του, έναν έμπειρο πολιτικό, ως Πρόεδρο Δημοκρατίας, ο μόνος που θα ωφεληθεί θα είναι ο ίδιος και η χώρα. Δεν πρέπει να φοβάται ότι θα βρεθεί στη σκιά του, γιατί το πολίτευμά μας είναι πρωθυπουργοκεντρικό και οι αποφάσεις, αλλά και τα αποτελέσματά τους, σε αυτόν θα χρεωθούν τα θετικά, σε αυτόν και τα αρνητικά.  Και επειδή δεν μπορείς να αλλάξεις αρχηγό του κράτους την ώρα της κρίσης (τυπικά μπορεί να συμβεί αλλά θα επιδεινώσει την κρίση μια τέτοια απόφαση), κι επειδή η κρίση πλέον είναι προ των πυλών, αφού κανείς δεν ξέρει πού και πόσο θα τραβήξει το σχοινί ο Ερντογάν, καλό είναι να ενεργήσουμε ως προμηθείς και όχι ως επιμηθείς.
Αλλά και κομματικά, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, η λύση Καραμανλή εκείνον που συμφέρει περισσότερο είναι τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ο πρόεδρος της ΝΔ πρέπει να καταλάβει κάτι που, τουλάχιστον ο πατέρας του, όταν βρέθηκε στην ίδια θέση, το κατάλαβε.  Όσες εκλογικές νίκες κι αν πετύχει, όσες φορές κι αν εκλεγεί Πρωθυπουργός, το κόμμα, στη βάση του θα παραμένει «καραμανλικό». Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, το 1990 κατάφερε να πείσει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να δεχθεί την πρότασή του να είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με το επιχείρημα ότι αφού μεσολαβούν εκλογές η εκλογή του ουσιαστικά θα έχει εγκριθεί από τον λαό. Έτσι κατάφερε να πετύχει τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση και στις εκλογές του 1990 ο ίδιος εξελέγη πρωθυπουργός με απλή αναλογική (!!!) και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε στην Προεδρία της Δημοκρατίας, με 153 ψήφους.
Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτείνει στον Κώστα Καραμανλή να είναι αυτός ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, τότε πετυχαίνει «με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια». Δείχνει και ότι σέβεται το κόμμα και την ιστορία του προτείνοντας τον σημαντικότερο, εν ζωή, πρώην πρωθυπουργό για τη συγκεκριμένη θέση, γεγονός που θα συσπειρώσει τη ΝΔ στο εσωτερικό της και θα κινητοποιήσει κάθε καραμανλικό στοιχείο προς όφελός του στις επόμενες εθνικές εκλογές, αλλά και θα θωρακίσει τη χώρα με έναν ηγέτη διεθνούς βεληνεκούς, σε μια εποχή που το γεωπολιτικό παιχνίδι στην περιοχή θα παιχτεί στα πολιτικά και διπλωματικά fora και σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις με ηγέτες που πρέπει να ξέρει τι λέει ο ένας στον άλλον. Καιρός για «φροντιστήρια», αλα Τσίπρα,  δεν υπάρχει.  Και στην παρούσα φάση δεν διακυβεύονται μερικά δισεκατομμύρια. Αυτό που θα τεθεί σε κίνδυνο σε μια κρίση θα είναι ζητήματα εθνικής κυριαρχίας. Που δεν διορθώνονται εύκολα. Και η ιστορία τα γράφει με ανεξίτηλο μελάνι.
Η επιλογή Προέδρου Δημοκρατίας, θα καθορίσει και το μέλλον της κυβέρνησης Μητσοτάκη, θα μπορούσε να πει κανείς. Σε μεγάλο βαθμό, όμως, θα καθορίσει και το μέλλον της χώρας.


1 σχόλιο:

  1. Ο ΚΑΘΑΡΟΣ ΑΕΡΑΣ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ ΛΕΕΙ ΟΧΙ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΘΑ ΜΑΘΕΤΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΟΥΡΑΓΙΟ .....

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.